ΙΣΩΣ...

Ίσως.
Ίσως τώρα,
τώρα που θα διαβάζεις τις γραμμές τούτες,
εγώ θα ταξιδεύω.
Θα ταξιδεύω και
η απόστασή μας,
ίσως θα μεγαλώνει.
Ίσως,
ίσως λοιπόν να βρίσκομαι,
ακόμα πιο μακρυά.
Για μια φορά ακόμη,
Μακρυά από όλους,
μα πιο πολύ απ' εσένα.
Δεν γνωρίζω.
Ναι,
δεν το γνωρίζω,
ακόμα,
γιατί ξεκίνησα να σου γράφω.
Ειλικρινά,
δεν θέλω.
Ναι,
δεν το θέλω,
να μάθω ποτέ.
Ποτέ,
γιατί το κάνω.
Μη.
Μην, σε παρακαλώ.
μην σταματήσεις να διαβάζεις.
Μην με παρεξηγήσεις.
Δεν σου ζητώ πολλά.
Επιθυμώ μόνο να με καταλάβεις.
Μη.
Μην, σε περακαλώ.
Μην με αποκαλείς τρελλό.
Δεν είμαι.
Είμαι μόνο πληγωμένος.
Πληγωμένος απ' όλους,
μα πιο πολύ απ' εμένα.
Όλοι.
Μα όλοι βλέπεις,
το αποκαλούν παραφροσύνη.
Όμως.
Όμως εγώ,
το βάφτισα αγνότητα.
Ναι.
Αγνότητα.
Αγνότητα γιατί πιστεύω.
Πιστεύω σε αυτό που νιώθω
Και πάλι ταξιδεύω
Ταξιδεύω και φεύγω μακρυά.
Μακρυά απ' όλους,
μακρυά και απ' εσένα.
Ίσως.
Ίσως δεν θα 'ναι όπως και πρώτα.
Πρώτα που το κάθε σου φιλί,
δικό μου επιθυμούσα.
Τότε,
τότε που στην αγκαλιά σου.
το σώμα μου μέσα ζητούσα.
Ονειρευόμουν λοιπόν.
Μα την σκέψη μου,
σκοπό μου την έκανα.
Η ζωή μου.
Η ζωή μου τα πάντα.
Όλα.
Συντρίμια που τα προσέφερε.
Μα πάντα,
εγώ,
έσκυβα.
Έσκυβα για να τα χτίσω και πάλι,
με εργαλεία σκάρτα
και χέρια σακατεμένα.
Ίσως.
Ίσως λοιπόν να 'ταν όλα σαν έναν εφιάλτη.
Ναι.
Ναι, ίσως.
Ίσως να 'ταν έτσι.
Σαν έναν εφιάλτη.
Μα όχι.
Όχι σαν όλους.
Δεν τρόμαξα.
Δεν ξύπνησα απότομα και
λουσμένος στον ιδρώτα.
Ήμουν μόνος.
Δίχως φως.
Ελπίδα πουθενά.
Απρόσιτος.
Αφάνταστα πληγωμένος.
Ψυχρός.
Σκοτεινός.
Μα.
Μα μέσα στην απελπισία μου,
την απάνθρωπη μοναξιά μου.
Αυτήν.
Την αβάσταχτη κατάστασή μου.
Βρέθηκε μια στιγμή.
Ένα φως.
Μια εικόνα.
Κάτι που μου προσέφερε μια ελπίδα.
Έναν στόχο.
Έναν λόγο
για να συνεχίσω να ζω.
Να ελπίζω.
Να προσφέρω,
και τελικά,
να αναγνωριστώ.
Συγχώρεσέ με λοιπόν.
Λυπάμαι.
Λυπάμαι γιατί δεν είμαι καλός σ' αυτά.
Βλέπεις.
Οι λέξεις με μπερδεύουν.
'Αλλοτε με πληγώνουν.
Και αισθάνομαι μικρός.
Αισθάνομαι κουτόςμ
και αφάνταστα τρομαγμένος.
Λυπάμαι.
Λυπάμαι γιατί δεν ήξερα.
Δεν το ήθελα.
Και τελικά δεν μπόρεσα να βρω τον τρόπο να το πω.
Ήταν η πρώτη μου φορά,
που κοίταξα στην ψυχή ενός ανθρώπου.
Την δική σου.
Ειλικρινά δάκρυσα.
Δάκρυσα από λύπη,
γιατί την είδα να πονά.
Πόσο απάνθρωπος είναι τελικά,
ο κόσμος των δακρύων.
Μα.
Μα έπειτα χαμογέλασα.
Χαμογέλασα,
γιατί είδα για πρώτη μου φορά,
μια πραγματική καρδιά.
Την δική σου.
Να χτυπά τόσο δυνατά,
τόσο ζωντανά.
Μια καρδιά που συνεχίζει να ελπίζει,
και πραγματικά το,
εύχομαι.
Για πάντα.
Ίσως τώρα,
τώρα που θα διαβάζεις τις γραμμές τούτες,
εγώ θα ταξιδεύω.
Θα ταξιδεύω και
η απόστασή μας,
ίσως θα μεγαλώνει.
Ίσως,
ίσως λοιπόν να βρίσκομαι,
ακόμα πιο μακρυά.
Για μια φορά ακόμη,
Μακρυά από όλους,
μα πιο πολύ απ' εσένα.
Δεν γνωρίζω.
Ναι,
δεν το γνωρίζω,
ακόμα,
γιατί ξεκίνησα να σου γράφω.
Ειλικρινά,
δεν θέλω.
Ναι,
δεν το θέλω,
να μάθω ποτέ.
Ποτέ,
γιατί το κάνω.
Μη.
Μην, σε παρακαλώ.
μην σταματήσεις να διαβάζεις.
Μην με παρεξηγήσεις.
Δεν σου ζητώ πολλά.
Επιθυμώ μόνο να με καταλάβεις.
Μη.
Μην, σε περακαλώ.
Μην με αποκαλείς τρελλό.
Δεν είμαι.
Είμαι μόνο πληγωμένος.
Πληγωμένος απ' όλους,
μα πιο πολύ απ' εμένα.
Όλοι.
Μα όλοι βλέπεις,
το αποκαλούν παραφροσύνη.
Όμως.
Όμως εγώ,
το βάφτισα αγνότητα.
Ναι.
Αγνότητα.
Αγνότητα γιατί πιστεύω.
Πιστεύω σε αυτό που νιώθω
Και πάλι ταξιδεύω
Ταξιδεύω και φεύγω μακρυά.
Μακρυά απ' όλους,
μακρυά και απ' εσένα.
Ίσως.
Ίσως δεν θα 'ναι όπως και πρώτα.
Πρώτα που το κάθε σου φιλί,
δικό μου επιθυμούσα.
Τότε,
τότε που στην αγκαλιά σου.
το σώμα μου μέσα ζητούσα.
Ονειρευόμουν λοιπόν.
Μα την σκέψη μου,
σκοπό μου την έκανα.
Η ζωή μου.
Η ζωή μου τα πάντα.
Όλα.
Συντρίμια που τα προσέφερε.
Μα πάντα,
εγώ,
έσκυβα.
Έσκυβα για να τα χτίσω και πάλι,
με εργαλεία σκάρτα
και χέρια σακατεμένα.
Ίσως.
Ίσως λοιπόν να 'ταν όλα σαν έναν εφιάλτη.
Ναι.
Ναι, ίσως.
Ίσως να 'ταν έτσι.
Σαν έναν εφιάλτη.
Μα όχι.
Όχι σαν όλους.
Δεν τρόμαξα.
Δεν ξύπνησα απότομα και
λουσμένος στον ιδρώτα.
Ήμουν μόνος.
Δίχως φως.
Ελπίδα πουθενά.
Απρόσιτος.
Αφάνταστα πληγωμένος.
Ψυχρός.
Σκοτεινός.
Μα.
Μα μέσα στην απελπισία μου,
την απάνθρωπη μοναξιά μου.
Αυτήν.
Την αβάσταχτη κατάστασή μου.
Βρέθηκε μια στιγμή.
Ένα φως.
Μια εικόνα.
Κάτι που μου προσέφερε μια ελπίδα.
Έναν στόχο.
Έναν λόγο
για να συνεχίσω να ζω.
Να ελπίζω.
Να προσφέρω,
και τελικά,
να αναγνωριστώ.
Συγχώρεσέ με λοιπόν.
Λυπάμαι.
Λυπάμαι γιατί δεν είμαι καλός σ' αυτά.
Βλέπεις.
Οι λέξεις με μπερδεύουν.
'Αλλοτε με πληγώνουν.
Και αισθάνομαι μικρός.
Αισθάνομαι κουτόςμ
και αφάνταστα τρομαγμένος.
Λυπάμαι.
Λυπάμαι γιατί δεν ήξερα.
Δεν το ήθελα.
Και τελικά δεν μπόρεσα να βρω τον τρόπο να το πω.
Ήταν η πρώτη μου φορά,
που κοίταξα στην ψυχή ενός ανθρώπου.
Την δική σου.
Ειλικρινά δάκρυσα.
Δάκρυσα από λύπη,
γιατί την είδα να πονά.
Πόσο απάνθρωπος είναι τελικά,
ο κόσμος των δακρύων.
Μα.
Μα έπειτα χαμογέλασα.
Χαμογέλασα,
γιατί είδα για πρώτη μου φορά,
μια πραγματική καρδιά.
Την δική σου.
Να χτυπά τόσο δυνατά,
τόσο ζωντανά.
Μια καρδιά που συνεχίζει να ελπίζει,
και πραγματικά το,
εύχομαι.
Για πάντα.
Ετικέτες Γενικά